- παιδεία
- Δραστηριότητα η οποία αποσκοπεί στο να μεταδώσει, με τη διδασκαλία, κατά τρόπο οργανικό κατά κανόνα, σειρά θεωρητικών ή πρακτικών γνώσεων. (Γενικότερα ο όρος παιδεία σημαίνει επίσης τη μόρφωση και κάποτε και την καλλιέργεια). Ανάλογα με εκείνον που την προσφέρει, η π. διακρίνεται σε δημόσια και ιδιωτική, και ανάλογα με το επίπεδό της σε στοιχειώδη ή κατώτερη, μέση και ανώτερη ή ανώτατη. Μέχρι τελευταία, εξάλλου, διακρινόταν σε ελεύθερη και επαγγελματική, ανάλογα με το αν απέβλεπε γενικά στην καλλιέργεια των πνευματικών ικανοτήτων ή κατευθυνόταν προς τη μετάδοση ορισμένων γνώσεων θετικών και ωφελιμιστικών εκτεθειμένη έτσι σε ένα πλήθος αντινομίες. Η νεότερη παιδαγωγική ξεπέρασε κατά διαδοχικά στάδια τον σοβαρό και τεχνητό αυτό διχασμό μεταξύ μορφής και ύλης, καταδικάζοντας από το ένα μέρος τις κλασικίζουσες και αντιδημοκρατικές κοινωνικές προϋποθέσεις του, και από το άλλο διαφωτίζοντας το ατομιστικό και απηρχαιωμένο ψυχολογικό τους υπόβαθρο, που το ξεπέρασαν οι νεότερες εξελίξεις της ψυχολογίας με βιολογική, ενιαία και δυναμική κατεύθυνση.
Με τον τρόπο αυτό, η π. έχασε τον καθιερωμένο πνευματοκρατικό τόνο της, που συνδεόταν κυρίως με την παράδοση της τυποκρατικής π., και κατέληξε ουσιαστικά να ταυτιστεί με τη σύγχρονη έννοια της εκπαίδευσης ως διαδικασίας προσαρμογής και αυτομόρφωσης, απόκτησης γνώσεων και ικανοτήτων, ιδεών και τεχνολογικών μεθόδων, διανοητικής και ηθικής διάπλασης της ψυχολογικής και συγχρόνως κοινωνικής και πνευματικής που αντιπροσωπεύει κάθε άτομο.
Κλασική παιδεία. Είναι η κατεύθυνση της μέσης π. που αποβλέπει στο να δώσει τη γενική μόρφωση, η οποία θεωρείται περισσότερο αναγκαία ώστε να ακολουθήσει κανείς πανεπιστημιακές σπουδές, με βάση την ουμανιστική π., που έχει ως επίκεντρο την αφιλοκερδή μελέτη των γλωσσών και του πολιτισμού, κυρίως μέσω της εξοικείωσης με τη σχετική λογοτεχνία, του κλασικού ελληνικού και του λατινικού κόσμου.
Ο αρχαίος ζήλος για μόρφωση των αθηναϊκών και κατόπιν των ρωμαϊκών σχολών γραμματικής και ρητορικής είχε την τάση να τυποποιηθεί και να μείνει κενός από ουσιαστικό περιεχόμενο στα μεσαιωνικά επισκοπικά σχολεία, όπου οι κλασικές μελέτες περιορίστηκαν σε γλωσσικές ασκήσεις και θεωρούνταν ουσιαστικά ως προετοιμασία για τις θεολογικές σπουδές. Μόνο τα studia humanitatis του 15ου και του 16ου αι. ξαναέδωσαν πνευματικό και ηθικό σφρίγος στην ενασχόληση με την κλασική π., ελληνική και λατινική. Υποδειγματικά για τον νέο αυτόν τρόπο με τον οποίο αντιμετωπιζόταν η π., και τον οποίο έως ένα βαθμό ήδη διατύπωσε θεωρητικά από το 1402 ο Πιέτρο Πάολο Βερτζέριο με το De ingenuis moribus et liberalibus studiis adolescentiae, είναι οι εκπαιδευτικές εμπειρίες του Βιτορίνο ντα Φέλτρε και του Γκουαρίνο Βερονέζε, λαμπρά ισορροπημένες μεταξύ κλασικής μόρφωσης και παιχνιδιού, μεταξύ επιστήμης και φυσικών ασκήσεων. Με τη Μεταρρύθμιση και την Αντιμεταρρύθμιση, κυρίως στους ιησουίτες, άρχισε να επιβάλλεται και πάλι η κλασική π., αλλά με εξωτερική και ρητορική έννοια. Ύστερα από τον εγκυκλοπαιδισμό του διαφωτισμού ήρθε η σειρά, στις αρχές του 19ου αι., από το ένα μέρος με τις ναπολεόντειες μεταρρυθμίσεις και από το άλλο με τις πρωσικές, να καθοριστούν οι κατευθύνσεις του νεότερου γυμνασίου - λυκείου, φυτώριου μέχρι σήμερα της κλασικής π. Τα πρωσικά σχολεία ξεκινούσαν από το μεγάλο γερμανικό πνευματικό κίνημα, του οποίου κύριος πρωταγωνιστής, στον τομέα της παιδαγωγικής, ήταν ο φον Χούμπολτ και το οποίο έμεινε γνωστό ως νεοουμανισμός.
Όλες οι παιδαγωγικές αντιλήψεις και οι σχολικές μεταρρυθμίσεις, που εμφανίστηκαν από τον 19o αι. μέχρι σήμερα, ακολούθησαν τη νεοουμανιστική κατεύθυνση ή απομακρύνθηκαν από αυτήν σε μια διαδικασία διαλεκτικής εξέλιξης αφομοιώνοντας και αναπτύσσοντας τις νεοουμανιστικές ιδέες για την ικανοποίηση ειδικών αναγκών και σκοπιμοτήτων. Η νέα γερμανική ουμανιστική σχολή φιλοδοξούσε να φτάσει στον ολοκληρωμένο ανθρωπισμό, ο οποίος συνδυάζει την ευαισθησία με τη λογική, ξαναφέρνοντας στο προσκήνιο και προβάλλοντας την αρχαία ελληνική γλώσσα και τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, με την πρόθεση να τα αντιτάξει στη γαλλική γλώσσα και στον γαλλικό πολιτισμό, αμεσότερα συνδεδεμένα με τον λατινικό πολιτισμό, που ήταν μεταγενέστερος και παράγωγο του αθηναϊκού.
Η μετάβαση από μια μέση εκπαίδευση προορισμένη για τους εκλεκτούς, στη μέση εκπαίδευση των μαζών, η νεότερη δηλαδή εξέλιξη του ουμανιστικού πνεύματος, έτσι ώστε να περιλαμβάνει τα πεδία της επιστήμης, της τεχνικής και της εργασίας, καθώς και άλλοι λόγοι οι οποίοι αναφέρθηκαν στην αρχή, δημιούργησαν αργότερα κρίση στην κλασική εκπαίδευση ως βασική προπανεπιστημιακή προπαρασκευή ή τουλάχιστον κλόνισαν την ηγεμονία της.
Τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση. Η νεότερη τεχνική εκπαίδευση γεννήθηκε στη Γερμανία σε ένα περιβάλλον πιετισμού. Ένας μαθητής του Φράνκε, ο Γιόχαν Γιούλιους Χέκερ, το 1747, δημιούργησε στο Βερολίνο το Realschule (Okonomisch - matematischen Realschule), όπου η τεχνική εκπαίδευση έπαιρνε πλέον οριστικό χαρακτήρα. Από τότε η παράδοση της Realschule (η οποία τριχοτομήθηκε κατόπιν σε Realschule, Ober-Realschule και Realgymnasium) των technical schools (που συντονίστηκαν το 1889 με την Technical Education Act), των τεχνικών σχολών και ιδρυμάτων, αναπτύχθηκε γόνιμα, εκδηλώνοντας εξαιρετική ζωτικότητα και βαθιά προσαρμογή προς τις πραγματικές ανάγκες μιας κοινωνίας η οποία μεταμορφωνόταν. Με τον τρόπο αυτό, η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση άνοιγε ολοένα και περισσότερους δρόμους προς τις ανώτερες σπουδές και είχε ως αποτέλεσμα διαρκώς πλατύτερη αναγνώριση.
Όσο για την επαγγελματική εκπαίδευση (σε στενότερη έννοια, έτσι όπως ιστορικά διαμορφωνόταν ο ρόλος της, δηλαδή σχετικά με το βιοτεχνικό ή εργατικό ή αγροτικό περιεχόμενό της, ειδικευμένη αλλά με κατώτερο χαρακτήρα, όπως προσφερόταν ήδη από τις συντεχνίες ως μαθητεία), άρχισε και αυτή να ταυτίζεται από τον 19o αι. με το πρόβλημα του λαϊκού σχολείου, για το οποίο η αξιολογότερη παιδαγωγική προσπάθεια μένει η εργασία του Πεσταλότσι, που απέβλεπε στη στοιχειώδη μόρφωση, τόσο στον χώρο των κατακτήσεων του πολιτισμού όσο και στον τομέα της εργασίας. Η πορεία της τεχνολογικής εξέλιξης έκανε διαρκώς περισσότερο ανεπαρκή την επαγγελματική εκπαίδευση, που ξεκινούσε από τη στοιχειώδη εκπαίδευση, οπότε δημιουργήθηκαν, συχνά με παρακίνηση των ίδιων των βιομηχανιών, μαθήματα και σχολές επαγγελμάτων, τεχνικές και εργατικές σχολές. Ιδιαίτερη σημασία έχουν οι κεντροευρωπαϊκές πρωτοβουλίες μιας ολοκληρωμένης σχολής για τους νεαρούς εργαζόμενους (π.χ. η σχολή του Κερσενστάινερ στο Μόναχο στην αρχή του αιώνα μας, η Berufsschule, υποχρεωτική στην περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, η βιεννέζικη ενιαία σχολή που δημιούργησε ο Γκλέκελ από το 1925 μέχρι το 1930). Η διαδικασία ραγδαίων εξελίξεων της τεχνολογίας και η πρόοδος του αυτοματισμού επέβαλαν σήμερα, με παράταση της βασικής εκπαίδευσης, την ανάγκη της αντικατάστασης της πρόωρης ειδίκευσης με μια πολυτεχνική προπαρασκευή.
Εκπαίδευση των ενηλίκων. Η εκπαίδευση των ενηλίκων, σύμφωνα με τον ορισμό του Ντιμαζεντιέ, δημιουργού της εκπαιδευτικής κίνησης Λαός και πολιτισμός (Peuple et culture), είναι χαρακτηριστικό του 20ού αι. Σημείωσε μεγάλη και αξιόλογη ανάπτυξη στη Δανία, όπου ο Γκρούντβικ στα μέσα του 19ου αι. δημιούργησε ένα πρότυπο ανώτερο αγροτικό λαϊκό σχολείο με οικοτροφείο, το οποίο είχε μεγάλη επίδραση στην ανάπτυξη του συνεταιριστικού κινήματος στη χώρα αυτή. Σύμφωνα με το δανικό παράδειγμα, ιδρύθηκε στην Ελβετία η ανώτερη λαϊκή σχολή, επίσης με οικοτροφείο, για νέους ηλικίας μεταξύ 18-25 ετών, μαζί με μια μεγάλη άνθηση άλλων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων τα οποία δημιούργησε και συντηρούσε το εργατικό κίνημα. Αν η κατεύθυνση των πρωτοβουλιών του Γκρούντβικ πήρε ουμανιστικό, φιλελεύθερο και χωρίς επαγγελματικές δεσμεύσεις χαρακτήρα, η εκπαίδευση των ενηλίκων στη Γερμανία αναπτύχθηκε από διαφορετικές κυρίως κατευθύνσεις· φωτισμένοι αστοί από το ένα μέρος και εργατικές οργανώσεις από το άλλο προετοίμασαν τη μεγάλη άνθηση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Σήμερα, στη Γερμανία, είναι σημαντικό το κίνημα των λαϊκών πανεπιστημίων και των κολεγίων για stages που έχουν οργανώσει τα συνδικάτα. Στη Γαλλία υπάρχει ένα σύμπλεγμα πολύπλευρων και διαφορετικών μεταξύ τους πρωτοβουλιών, που ανάλαβαν τα CEMEA (Κέντρα Άσκησης στις Μεθόδους Ενεργής Παιδείας), το Σχολείο γονέων και εκπαιδευτικών, η Εθνική ομοσπονδία των λεσχών αναψυχής Λεό - Λαγκράνζ κλπ. Στη Μεγάλη Βρετανία οι πρωτοβουλίες για την εκπαίδευση των ενηλίκων ανήκουν συχνά με μεικτή μορφή, στη WEA (Worker»s Educational Association), δημιούργημα του εργατικού κινήματος, και στα πανεπιστήμια, που από το 1873 μέχρι σήμερα ανέλαβαν πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή (φαινόμενο της university - extension, το οποίο αργότερα διαδόθηκε πολύ στην Αμερική). Στις ΗΠΑ προχώρησαν από τις διαλέξεις του Λυκείου στις συζητήσεις του Φόρουμ, από τις πρωτοβουλίες της Agricultural Extension Service έως της Parents - Teachers Association. H university -extension κατέχει πρωτεύουσα θέση· διάφορα πανεπιστήμια (Κολούμπια, Σικάγο, Καλιφόρνια, Μίσιγκαν) ασχολούνται με την ειδική προπαρασκευή επιστημόνων για τη διδασκαλία των ενηλίκων. Στην πρώην ΕΣΣΔ υπάρχουν πολλαπλά ειδικά ιδρύματα: εργατικά πανεπιστήμια, τέχνικουμ (για την ανώτερη τεχνική εκπαίδευση εργατών που έχουν ήδη πρακτική πείρα), μέγαρα πολιτισμού, πολιτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα κλπ.
Εκπαίδευση ατόμων με ειδικές ανάγκες. Υπάρχουν σχολές με ειδικό παιδαγωγικό και μεθοδολογικό σύστημα τόσο για άτομα με ειδικές ανάγκες (τυφλούς και αμβλύωπες, κωφάλαλους, κλπ.) όσο και για άτομα με ψυχικές παθήσεις (π.χ. με διαταραχή προσωπικότητας, κλπ.). Κοινό χαρακτηριστικό των σχολών αυτών είναι η πεποίθηση πως είναι ωφέλιμη η όσο το δυνατόν γρηγορότερη συγκέντρωση σε ομοιογενή εκπαιδευτικά περιβάλλοντα των παιδιών με ειδικές ανάγκες ώστε να μην προλαβαίνουν αυτά να αποκτήσουν το αίσθημα της μειονεκτικότητας στην επαφή τους με φυσιολογικά άτομα. Η εκπαιδευτική προσπάθεια αποβλέπει σε μια διαδικασία κοινωνικοποίησης και πλήρους χρησιμοποίησης των δυνατοτήτων τους, καθώς και στην ενεργητική παραδοχή των πιθανών ανεξάλειπτων χαρακτηριστικών της κατάστασής τους, ώστε να επιτευχθεί σε μεγαλύτερη ηλικία η πλήρης ενσωμάτωση του ατόμου στην κοινωνία και στην παραγωγική εργασία.
Η παιδαγωγική των τυφλών αναπτύχθηκε μετά τον Αουί, χρησιμοποιώντας επίσης τις συνεισφορές των Μπράιγ, Π. Ουίλεϊ, Π. Ανρί και Α. Ρομανιόλι και αναγνωρίζοντας όλο και περισσότερο τη δυνατότητα της πλήρους μόρφωσης των τυφλών και επομένως την ανάγκη μιας κατάλληλης και μακροχρόνιας βασικής εκπαίδευσης, την οποία αργότερα να ακολουθεί η επαγγελματική εκπαίδευση.
Από τους σημαντικότερους πρωτεργάτες της παιδαγωγικής των κωφαλάλων πρέπει vα αναφερθούν: ο Κ. Αμάν, ο οποίος έγραψε το 1692 το Surdus loquens (Ο κουφός που μιλά) για την εκμάθηση του έναρθρου λόγου· ο Πορτογάλος Ζ. Ρ. Περέιρα (1712 – 1789), ο οποίος δίδαξε τη μιμική γλώσσα· ο Γάλλος αβάς Α. Σικάρ (1742 – 1822), ο οποίος ίδρυσε ένα ονομαστό ινστιτούτο· ο Γερμανός Μόρις Χιλ (1805 – 1874)· οι Γενοβέζοι μοναχοί Γ.Ν. Ασαρότι (1753 – 1829) και Τ. Πέντολα (1800 – 1883).
Για τα άτομα με ψυχικές παθήσεις οι μελέτες και οι πρωτοβουλίες άρχισαν από σοβαρότερες περιπτώσεις. Ο Ζ. Ιτάρ (1775 – 1838) έκανε ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις για τον περίφημο άγριο του Αβερόν (sauvage de l»Aveyron), ένα παιδί που έζησε έως την ηλικία των 12 ετών μόνο στο δάσος, και αποκάλυψε τη δυνατότητα της εκπαίδευσης ακόμα και σε άτομα με βαριές ψυχικές καταστάσεις. Ο Ε. Σεγκέν (1812 – 1880) άνοιξε το πρώτο σχολείο για τα άτομα με ψυχικές παθήσεις το 1845, ασχολούμενος ιδιαίτερα με τη θεραπεία, με καλά αποτελέσματα, των αισθητικοκινητικών διαταραχών. Ο Ν. Μπουρνεβίλ (1840 – 1909) ίδρυσε ένα ιδιωτικό σχολείο για παιδιά με ειδικές ανάγκες στο Βιτρί και συνέβαλε στην επιβολή της κοινωνικής νομοθεσίας για τη συγκέντρωση και την εκπαίδευση των διανοητικά καθυστερημένων, που οδήγησε αργότερα στη Γαλλία στον βασικό νόμο του 1909. Σημαντική ήταν η συμβολή στο θέμα αυτό της ιταλικής ανθρωπολογικής σχολής, ιδιαίτερα του Σ. Ντε Σάνκτις, δημιουργού της παιδικής νευροψυχιατρικής, δημιουργού πολλών τεστ και ιδρυτή στην Ιταλία, το 1899, ενός από τα πρώτα ιδρύματα για διανοητικά καθυστερημένα άτομα. Σημαντική είναι επίσης η συμβολή στην εκπαίδευση ατόμων με ψυχικές παθήσεις του Ο. Ντεκρολί, γιατρού και παιδαγωγού, ο οποίος ίδρυσε το περίφημο σχολείο του Ερμιτάζ στις Βρυξέλλες το 1907, και του Α. Ντεσκέντρ. Ο Σ. Φρόιντ και ο Κ. Μποντουέν διεύρυναν το πλαίσιο των εκπαιδευτικών προοπτικών, στρέφοντας τα βλέμματά τους προς τον κόσμο του βάθους, προς τα κίνητρα και τις συγκρούσεις του υποσυνείδητου, δείχνοντας τη στενή αλληλεξάρτηση μεταξύ συναισθήματος και νόησης και ανοίγοντας νέους δρόμους για όλη τη μεταχείριση των ατόμων με ψυχικές παθήσεις, ιδιαίτερα με ψυχαναλυτικές τεχνικές καθάρσεις (μαριονέτες του Ραμπέρ, ψυχόδραμα του Μορένο κλπ.), ιδιαίτερα για τα προβλήματα χαρακτήρα.
Σήμερα, η εκπαίδευση των λιγότερο σοβαρά νοητικά καθυστερημένων ατόμων, αν πραγματοποιηθεί σε πολύ νεαρή ηλικία και εξατομικευθεί στις μορφές, κατορθώνει να οδηγήσει στην πλήρη αποκατάσταση των παιδιών στο κοινωνικό περιβάλλον. Για τα προβλήματα χαρακτήρα επιτυγχάνει συχνά θετικά αποτελέσματα η θεραπεία σε ιατροψυχοπαιδαγωγικά κέντρα. Εκεί όπου η κρίση παρουσιάζεται να έχει οικογενειακά αίτια, γίνεται προσφυγή σε διαφόρων τύπων οικοτροφεία.
Το πανεπιστήμιο της Μόσχας, ένα από τα μεγαλύτερα πανεπιστημιακά συγκροτήματα του κόσμου, στο οποίο σπουδάζουν φοιτητές διαφόρων εθνικοτήτων απ’ όλο τον κόσμο.
Η εκπαίδευση των «ειδικών» παιδιών (εδώ ένα μικρό κωφάλαλο) χρησιμοποιεί ειδικές τεχνικές και μεθόδους σε ειδικά εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση αποκτά ολοένα μεγαλύτερη σημασία στο σύγχρονο κόσμο, γιατί ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες μιας διαρκώς μεταμορφωνόμενης κοινωνίας και στις απαιτήσεις της τεχνολογικής εξέλιξης, η οποία ζητεί συνεχώς όλο και μεγαλύτερη εξειδίκευση.
Καθηγητής νομικής διδάσκει, μικρογραφία από κώδικα του 1302 – 1303, ο οποίος περιέχει κατάλογο των κοινοτικών ιδρυμάτων της Πίζας (Κρατικό Αρχείο, Πίζα).
* * *η (ΑΜ παιδεία) [παιδεύω]1. η ενέργεια τού παιδεύω, ανατροφή, διδασκαλία, εκπαίδευση («λέξω τοίνυν τὴν ἀρχαίαν παιδείαν ὡς διέκειτο», Αριστοφ.)2. η πνευματική και ηθική αγωγή, το αποτέλεσμα τής ανατροφής και εκπαίδευσης, μόρφωση (α. «είναι άνθρωπος μεγάλης παιδείας» β. ὅτι μὲν τοίνυν ἔστι παιδεία τις ἣν οὐχ ὡς χρησίμην παιδευτέον τοὺς υἱεῑς οὐδ' ὡς ἀναγκαίαν ἀλλ' ὡς ἐλευθέριον», Αριστοτ.)νεοελλ.το εκπαιδευτικό σύστημα μιας χώρας («οι δαπάνες για την παιδεία πρέπει να αυξηθούν»)μσν.-αρχ.τιμωρία («ῥάβδος δὲ καὶ παιδεία μακρὰν ἀπ' αὐτοῡ», ΠΔ)αρχ.1. ανατροφή παιδιού2. η περιποίηση τών δένδρων, η δενδροκομική3. ὁ, τι διδάχτηκε ή έμαθε κάποιος, τέχνη, επιστήμη4. πειθαρχημένος τρόπος ζωής5. η νεαρή ηλικία, η νεότητα («παιδείης πολυήρατον άνθος», Θεόγν.)6. (με περιλπτ. σημ.) νεολαία («παιδείας λιπαρῆς ὄχλος», Λουκιαν.)7. στον πληθ. αἱ παιδείαισύστημα εκπαίδευσης8. φρ. α) «πλεκτὰν Αἰπτύπτον παιδείαν» — τη συνεστραμένη χειροποίητη εργασία τής Αιγύπτου, δηλ. πανιά, ιστία από πάπυρο (Ευρ.)β) «παιδεία ιερή» — η ιατρική.
Dictionary of Greek. 2013.